Ο ΔΕΛΗΒΟΡΡΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ
Του ΓΙΩΡΓΟΥ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ
Ο
ιστορικός και επί 41 χρόνια (1973-2014) εμπνευσμένος διευθυντής του Μουσείου
Μπενάκη Άγγελος Δεληβορριάς (1937-2018) δίδει αποστομωτική απάντηση σε όσους
κατά τις περί Έθνους διακηρύξεις τους αποτιμούν το νόημα της εθνικής ταυτότητας
ως εννοιολογικής κατασκευής της μετά τη συγκρότηση του ελληνικού κράτους
περιόδου. Μεταξύ αυτών αναφέρει τους Κωνσταντίνο Τσουκαλά, Αντώνη Λιάκο, Πασχάλη
Κιτρομηλίδη και Γιάννη Χαμηλάκη (Βλ. σχ. Αγγέλου Δεληβορριά «Ο Ελληνικός
Πολιτισμός της προεπαναστατικής περιόδου ως βασικός συντελεστής του Αγώνα της
Ανεξαρτησίας»*, Εκδ. Βιβλιοθήκης του Μουσείου Μπενάκη, Αθήνα 2021, σελ. 11).
Με
πλούσια βιβλιογραφία, με προσωπική έρευνα και με πολλά ντοκουμέντα και
κειμήλια, πολλά από τα οποία υπάρχουν στο Μουσείο Μπενάκη, ο Άγγελος
Δεληβορριάς τονίζει ότι του είναι αδιανόητο να υιοθετήσει «τους συντονισμένα
αποδομητικούς στόχους ενός όψιμου επιστημονικού μεταμοντερνισμού» και
προσθέτει: «Το ιστορικό περίγραμμα, σε γενικές γραμμές, είναι γνωστό: κατά τη
διάρκεια της Φραγκοκρατίας και της Τουρκοκρατίας, ο τραυματισμένος ελληνικός
κόσμος κατόρθωσε να διατηρήσει ζωντανή τη συναίσθηση της πολιτιστικής του
ταυτότητας, περισώζοντας τη συστατική του υπόσταση με την εκπλήσσουσα δυναμική
αντοχή της ελληνικής γλώσσας, καθώς και με τη στήριξη της Ορθόδοξης θρησκείας,
παρά τις ριζικές ανατροπές που είχε υποστεί τότε η πολιτική γεωγραφία, τους
ανηλεείς διωγμούς, τίς βίαιες μετατοπίσεις σημαντικών τμημάτων πληθυσμού, τις
ερημώσεις εκτεταμένων περιοχών, τις βαρύτατες φορολογικές επιβαρύνσεις, τον
επικρεμάμενο κίνδυνο του εξισλαμισμού».
Ο
Άγγελος Δεληβορριάς τονίζει ότι σε αντίθεση με τη νεοελληνική γραμματεία και
τις στραμμένες προς τη Δύση σημαντικότερες από τις εκφάνσεις της, η θρησκευτική
τέχνη επιδιώκει να αναβιώσει την αίγλη της Ορθόδοξης αυτοκρατορίας του
Βυζαντίου. Ακολουθεί τη βυζαντινή παράδοση, με πιο καθησυχασμένες αναλογίες,
σύμφωνα με τον χρόνο της ανέγερσης των οικοδομημάτων της, καθώς και με την
παρουσία τους σε φραγκοκρατούμενα – ενετοκρατούμενα ή τουρκοκρατούμενα
εδάφη. Ως παραδείγματα αναφέρει τον Ναό
της Παναγίας στον Πρίνο του Μυλοποτάμου της Κρήτης - του ύστερου 15ου
αιώνα, τον Άγιο Μάμα στη Μόρφου της Κύπρου - στις αρχές του 16ου
αιώνα και την Εκκλησία της Νέας Μονής Φιλοσόφου στη Δημητσάνα - του 17ου
αιώνα.
Έχοντας
μελετήσει σε βάθος τις δημιουργίες των
υποδούλων Ελλήνων υπό σκληρούς και απάνθρωπους δυνάστες, ο Άγγελος Δεληβορριάς
αποδεικνύει με αυτές όχι μόνο τη συνέχεια του έθνους μας, αλλά και τον σπινθήρα
της δημιουργίας που είχε και το οδήγησε στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Εικονογραφίες,
τοιχογραφίες, χρυσοκεντητική σε άμφια, λάβαρα και επιτάφιους, θαυμάσια υφαντά
και κεραμικά, εκπληκτικά τεχνουργήματα αργυροχρυσοχοΐας, περίτεχνα ξυλόγλυπτα
και μαρμάρινα τέμπλα κοσμούν τους ταπεινούς, αλλά αρχιτεκτονικά σπουδαίους
ναούς και τα μοναστήρια. Ως ελάχιστο παράδειγμα αναφέρει όσα κόσμησαν το 1798
τους Αγίους Ταξιάρχες στη Μάνη και όσα κάλυψαν το καμπαναριό της Παναγίας
Τουρλιανής στην Ανωμερά της Μυκόνου, το 1806.
Μέσα
σε τέτοιους ιερούς χώρους, υπογραμμίζει ο Άγγελος Δεληβορριάς, «συμπληρώνεται
μυσταγωγικά η ηθική και πνευματική καλλιέργεια του υπόδουλου Ελληνισμού, με
τους ήχους μιας ιδιόσημης πολύτροπης μουσικής, η οποία, χωρίς να εγκαταλείπει
τις παλαιότερες φόρμες, ανανεώνει την παράδοση των βυζαντινών κανόνων,
συμβαδίζοντας με τη γενικότερη αναγέννηση που προετοίμαζε τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας». Για τους αμύητους
στα καθέκαστα της νεοελληνικής μουσικής, γράφει ο Δεληβορριάς, «οι κλίμακες
του εκκλησιαστικού μέλους ηχούν παραδόξως συγγενικά με του δημοτικού τραγουδιού
και με τη μουσική των δημοτικών χορών, που όμως δείχνουν περίτρανα τις
επιμέρους όψεις μιας αδιάσπαστης κοινωνικά ενότητας». Οι επί αιώνες
σκληρότατες προσπάθειες των Ελλήνων να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν,
οικονομικά και πολιτισμικά αποδεικνύουν
τον βαθμό της αυτοσυνειδησίας τους ως
πρωτεύοντος συντελεστού του Αγώνα για
την ανεξαρτησία τους, τονίζει ο Άγγελος Δεληβορριάς.-
Σχόλιο στα λεχθέντα από τον Μάικλ
Χέρτζφελντ
Στην
ετήσια διάλεξη για τον Άγγελο Δεληβορριά στο Μουσείο Μπενάκη ομιλητής, στις 19
Μαρτίου 2024, ήταν ο Μάικλ Χέρτζφελντ, Εβραιογερμανός στην καταγωγή και Έλληνας
υπήκοος πρόσφατα, ομότιμος καθηγητής κοινωνικών σπουδών στο πανεπιστήμιο του
Χάρβαρντ, στις ΗΠΑ. Διαβάζοντας τη συνέντευξή του σε καθημερινή ελληνική
εφημερίδα αναρωτιέται κανείς αν ο συγκεκριμένος ομιλητής μπορεί να αποδώσει τη σκέψη και τις αντιλήψεις του
απόντος τιμώμενου λογίου, όταν έχει αντίθετες απόψεις από αυτόν για την
ταυτότητα και την ιδιοπροσωπία των Ελλήνων.
Ο
Χέρτζφελντ εκφράζει τη σύγχρονη άποψη, που διασπείρεται στη Δύση. Είπε: «Η
έμμονη ιδέα ότι πρέπει να μείνουμε ακριβώς αυτοί που ήμασταν πάντα – το βασικό
υπόβαθρο και του ελληνικού εθνικισμού – είναι μια αυταπάτη. Οπωσδήποτε ο
πολιτισμός αλλάζει. Με το ίδιο πνεύμα λέω ότι δεν μπορούμε να μιλάμε πλέον για
εθνικές κουλτούρες. Κάθε πολιτισμός είναι “διαδικασιακός”: εξελίσσεται. Η
ταυτότητα όπως και η κληρονομιά είναι έννοιες ρευστές…Ως ανθρωπολόγος πιστεύω
πως οι Έλληνες τελευταία έχουν αρχίσει να αποκτούν μια πιο χαλαρή σχέση με την
αρχαιότητα, διότι η ταυτότητά τους δεν εξαρτάται από αυτήν, αν και παίζει ρόλο
στη διαμόρφωσή της».
Η
άποψη του Δεληβορριά; Αυτή είναι πως κατά
τα όσα οι Έλληνες πέρασαν επί αιώνες υπό ετερόδοξους και αλλόθρησκους
κατακτητές προσαρμόστηκαν στα ρεύματα της Τέχνης, της Επιστήμης, της Φιλοσοφίας
και προετοίμασαν την Ανεξαρτησία τους, κρατώντας όμως πάντα σταθερά και
αμετάτρεπτα την αυτοσυνειδησία τους, δηλαδή την Ορθοδοξία, τη γλώσσα και τη φιλοπατρία τους.
Γράφει: « Η ανοδική πορεία του ξενοκρατούμενου Ελληνισμού στους επιμέρους
τομείς της οικονομικής δραστηριότητας, της έφεσης για μόρφωση και της
καλλιτεχνικής έκφρασης ορίζεται με συντεταγμένες τη συνοχή, κυρίως όμως την
αντοχή στη διάρκεια του χρόνου και στις αρνητικές συγκυρίες των περιστάσεων…
και έτσι υποδαυλίζει την επαναστατική ετοιμότητα».
Ως
προς την Αρχαιότητα και τη σχέση των Ελλήνων με αυτήν ο Δεληβορριάς γράφει πάλι:
« Το ελληνικό κράτος δεν οφείλει τη σημερινή του ύπαρξη στο κλέος της
Αρχαιότητας, αλλά στη θαυμαστή αντοχή του ελληνικού λαού καθ’ όλη τη
διάρκεια της ξενοκρατίας, στο υψηλό φρόνημα και τον επίσης υψηλό δείκτη αυτοσυνειδησίας, η οποία ερμηνεύει το τίμημα
του αίματος που καταβλήθηκε σε κάθε γωνιά της ελληνικής γης, στην
αγωνιστικότητα που γαλούχησε διαδοχικά τις εκάστοτε νέες γενιές, πλουτίζοντας
τα αποθέματα της αυτογνωσίας με νέο περιεχόμενο: «Απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη
των Ελλήνων τα ιερά…» έγραφε ο εθνικός ποιητής με αφορμή των Αγώνα της
Ανεξαρτησίας, για να σηματοδοτήσει επιγραμματικά ως διαρκή επιδίωξη την
Ελευθερία». Η επί αιώνες αντοχή των Ελλήνων στην διατήρηση της ταυτότητάς τους
και η πετυχημένη Επανάστασή τους το 1821 δημιουργούν βάσιμες ελπίδες ότι και
τώρα θα αντεπεξέλθουν με επιτυχία στην πολιτισμική επίθεση που δέχονται να
αλλοτριωθεί η εθνική τους συνείδηση.-
*Το βιβλίο έχει ως βάση την ομιλία που
εκφώνησε ο Άγγελος Δεληβορριάς κατά την πανηγυρική συνεδρία της Ακαδημίας
Αθηνών της 21ης Μαρτίου 2017 για τον εορτασμό της επετείου της 25ης Μαρτίου 1821.