Των,
Βασιλείου Δημ. Γεωργιόπουλου[1]
και Μαριάννας Αδάμ Γκρόγκου[2]
Η οικογένεια Βασιλείου και Μαριάννας Γεωργιόπουλου
ευλαβείται και υπερ. αγαπά τον Μεγαλομάρτυρα Άγιο Σεβαστιανό[3] και όπως είναι γνωστό
είναι εκ των κτητόρων του μοναδικού Ιερού Ναού που είναι αφιερωμένος στον Άγιο Σεβαστιανό
στην Ελλάδα και αυτός βρίσκεται εντός του Στρατοπέδου «Κωνσταντίνου ΙΑ Παλαιολόγου
στο Λινοπότι της Κω..!!
Αυτήν την αγάπη της και ευλάβεια εξέφρασε
και εφέτος η οικογένεια Γεωργιόπουλου κατά την διάρκεια της εορτής του Αγίου Σεβαστιανού
όπου απέστειλε στην Βασιλίδα των Πόλεων την Κωνσταντινούπολη[4] το τάμα της, το οποίο
είναι μια ευμεγέθη εικόνα του Αγίου Σεβαστιανού πιστό αντίγραφο της εφεστίου εικόνος η οποία αποθησαυρίζεται στον ομώνυμο Ιερό Ναό στην Κω[5].
Στην Ιερά εικόνα η οποία πλέον βρίσκεται
στο Αγίασμα του Αγίου Σεβαστιανού στον Ιερό Ναό του Αγίου Δημήτριου Σαρμακιου[6] στην Κωνσταντινούπολη πλησίον
των τειχών και της Πύλης της Ανδριανουπολης[7] στο κάτω μέρος βρίσκεται ωραιότατη
τριπρόσωπη παράσταση η οποία στο μέσον φέρει την θαυματουργό εικόνα της Παναγίας
της Βουλκανιώτισσας[8] η οποία
είναι προστάτης και έφορος όλων των Μεσσηνίων και έχει τον θρόνο της στο όρος Ιθώμη
και στην Ιερά Μονή Βουλκάνου. Επίσης του Αγίου Δημήτριου[9] ο οποίος παρίσταται ως πεζός
Πρίγκηπας προς τιμήν του ομώνυμου Ιερού Ναού και εις μνήμη του μακαριστού πατρός
τους Δημητρίου Βασ. Γεωργιόπουλου. Επιπρόσθετος η εικόνα του Αγίου Βαρθολομαίου[10] προς τιμήν του Οικουμενικού Πατριάρχου του Γένους
μας κ.κ. Βαρθολομαίου[11] καθώς την ημέρα της εορτής
του Αγίου Σεβαστιανού την 18η Δεκεμβρίου 1973 εκλέχθηκε παμψηφεί από
την Αγιά και Ιερά Συνοδό της του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας έπειτα από πρόταση
του μακαριστού Οικουμενικού Πατριάρχου κυρού Δημητρίου[12] Μητροπολίτης Φιλαδελφείας[13] .!
Πρέπει να αναφέρουμε ότι η Ιερά Εικόνα
του Αγίου έφτασε τελικά εις το τόπο του Αγιάσματος από το Πλατύ Καλαμάτας Μεσσηνίας[14] έπειτα από πολύν κόπο και
μεγάλη ταλαιπωρία αλλά μπορούμε να πούμε και θαυματουργός με την ανιδιοτελή και
βοήθεια πολλών ευλαβών ανθρώπων οι οποίοι συντέλεσαν τα μέγιστα ώστε να θησαυρίζεται
τελικός στο αγίασμα του στην Βασιλίδα Πόλη των Πόλεων.!
Είθε ο Άγιος Σεβαστιανός να είναι προστάτης
έφορος και αρωγός κάθε πονεμένου ανθρώπου και των Ενόπλων Δυνάμεων της Πατρίδας
μας καθώς είναι από τους Ενδοξοτέρους Στρατιωτικούς Άγιους.
Ευχαριστούμε θερμώς τον λίαν αγαπητό μας
φίλο, εντιμολογιώτατο κ. Νικόλαο - Γεώργιο Παπαχρήστου για τις υπέροχες και άρτιες
φωτογραφίες που μας απέστειλε.
Διαβάστε
τη συνέχεια του άρθρου και περισσότερα, στο https://platynews.gr
[4]
Η Κωνσταντινούπολη (τουρκικά: İstanbul, κ. γρ. Ιστανμπούλ), γνωστή στην
ελληνική ιστοριογραφία ως Κωνσταντινούπολις και Πόλις, αποτελεί τη μεγαλύτερη
πόλη της Τουρκίας και συνιστά το κυριότερο οικονομικό, πολιτιστικό και ιστορικό
κέντρο της χώρας. Πρόκειται για διηπειρωτική μητρόπολη της Ευρασίας, καθώς το
ιστορικό και εμπορικό της κέντρο βρίσκεται στην ευρωπαϊκή πλευρά του Βοσπόρου,
ενώ περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού της κατοικεί στην ασιατική πλευρά. Η
σύγχρονη Κωνσταντινούπολη, με πληθυσμό που υπερβαίνει τα 15 εκατομμύρια
κατοίκους, χαρακτηρίζεται από υψηλή πληθυσμιακή πυκνότητα και έντονη
πολυπολιτισμικότητα, φιλοξενώντας πληθυσμούς προερχόμενους από διάφορες
περιοχές του ισλαμικού και ευρύτερου ανατολικού κόσμου. Η στρατηγική της θέση
καθιστά την πόλη πρωτεύον κόμβο διακίνησης εμπορευμάτων και ταξιδιωτών μεταξύ
Ασίας και Ευρώπης. Η Κωνσταντινούπολη κατατάσσεται μεταξύ των μεγαλύτερων
αστικών κέντρων του πλανήτη και αποτελεί τον μεγαλύτερο οικισμό τόσο της
Ευρώπης όσο και της Μέσης Ανατολής.[5] Η πόλη βρίσκεται εντός των διοικητικών
ορίων του ομώνυμου μητροπολιτικού δήμου, ο οποίος περιλαμβάνει το σύνολο της
αστικής της επικράτειας.
Η Κωνσταντινούπολη δεσπόζει
στον ιστορικό και γεωπολιτικό ορίζοντα ως η φυσική κληρονόμος του αρχαίου
ελληνικού Βυζαντίου, της πόλεως που, σύμφωνα με την παράδοση, ίδρυσε ο Βύζας εκ
Μεγάρων περί το 667 π.Χ. Η μετέπειτα εξέλιξή της υπήρξε καθοριστική για την
παγκόσμια ιστορία: από το 330 μ.Χ., όταν ο Μέγας Κωνσταντίνος την ανακήρυξε
πρωτεύουσα της ανανεωμένης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας με το επίσημο όνομα «Νέα Ῥώμη»,
έως τη σταδιακή επικράτηση της ονομασίας «Κωνσταντινούπολις», η οποία
διατηρήθηκε αδιάλειπτα και μετά την οθωμανική κατάκτηση, επιβιώνοντας επί
αιώνες έως και την εδραίωση της σύγχρονης Τουρκικής Δημοκρατίας.
[5]
Η Κως είναι ελληνικό νησί του Αιγαίου. Έχει πληθυσμό 37.089 μόνιμους
κατοίκους[1] (απογραφή 2021) και είναι το τρίτο μεγαλύτερο νησί της Δωδεκανήσου
σε έκταση μετά τη Ρόδο και την Κάρπαθο και το δεύτερο σε πληθυσμό μετά τη Ρόδο.
Η επιφάνεια του νησιού είναι 295,3 τ.χλμ. με ακτογραμμή 112 χιλιομέτρων.
Πρωτεύουσα του νησιού είναι η Κως, όπου είναι και το κυριότερο λιμάνι του
νησιού. Απέχει από τον Πειραιά 200 ναυτικά μίλια.
Είναι πλούσιο σε ιστορικά
μνημεία νησί και παρουσιάζει αξιόλογο αρχαιολογικό και τουριστικό ενδιαφέρον.
Αποκαλείται επίσης και νησί του Ιπποκράτη, του πατέρα της ιατρικής, επειδή εκεί
γεννήθηκε ο Ιπποκράτης. Η σημερινή Κως είναι ένα σύγχρονο τουριστικό νησί με
πολλές δυνατότητες σε θέματα διαμονής, φαγητού, σπορ, εκδρομών, ψυχαγωγίας. Το
πλέον αξιοσημείωτο στοιχείο που χαρακτηρίζει το νησί είναι οι ατελείωτοι
ποδηλατόδρομοι, γι' αυτό και πολύ συχνά η Κως χαρακτηρίζεται ως το νησί του
ποδηλάτου.
[6]
Το Αγίασμα του Αγίου Σεβαστιανού βρίσκεται στον Ιερό Ναό του Αγίου Δημητρίου
Σαρμασικίου στην Παλαιά Πόλη της Κωνσταντινούπολης και πρόκειται για ένα
ταπεινό, "κρυμμένο" αγίασμα στη βόρεια πλευρά του ναού, που συνδέεται
εσωτερικά με αυτό, αποτελώντας ένα σημαντικό, αν και πρόχειρα επισκευασμένο,
σημείο προσκυνήματος.
[7]
Η φράση "της Πύλης της Αδριανουπόλεως" αναφέρεται κυρίως στη Συνθήκη
της Αδριανουπόλεως (1829) που σήμανε τη λήξη του Ρωσοτουρκικού Πολέμου και την
ουσιαστική αναγνώριση της ανεξαρτησίας της Ελλάδας, αλλά μπορεί να παραπέμπει
και στην Πύλη του Αδριανού στην Αθήνα, ένα αρχαίο μνημείο (Πύλη του Αδριανού) ή
στην Πύλη της Αδριανούπολης (Edirnekapı) στην Κωνσταντινούπολη, σημαντική
ιστορική πύλη των Θεοδοσιανών τειχών.
[8]
Η ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΗ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΚΑΝΙΩΤΙΣΣΑΣ ΜΕΣΣΗΝΙΑ
Μεταξύ των χωριών Μαυρομμάτη
και Βαλύρας του βουνού Ιθώμης στην
περιοχή της Μεσσηνίας εδώ και τέσσερις αιώνες υψώνεται το επιβλητικό μοναστήρι
του Βουλκάνου. (σε υψόμετρο 359 μέτρων)
Σε αυτή φυλάσσεται η θαυματουργή εικόνα της
Παναγίας της Βουλκανιώτισσας.
Το όνομά του μοναστηριού "Βουλκάνος" και
παλαιότερα "Βουρκάνο", "Δορκάνο" και "Βουλκάνη",
το οφείλει κατά πάσα πιθανότητα σε βυζαντινό άρχοντα ή κτίτορα, στον οποίο
ανήκε η περιοχή πέριξ του όρους Ιθώμη.
Το ιστορικό αυτό μοναστήρι είναι το μεγαλύτερο και
αρχαιότερο της Μεσσηνίας και είναι αφιερωμένο στη Κοίμηση της Θεοτόκου.
Ιδρύθηκε σύμφωνα με την
παράδοση το 725 επι βασιλείας του Λέοντος Γ του Ισαύρου του Εικονομάχου από
εικονολάτρες καλόγερους που κατέφυγαν στην Ιθώμη για να γλυτώσουν κι έκτισαν το μοναστήρι πάνω
στα παλιά θεμέλια ενός αρχαίου ιερού. Εκεί βρέθηκε και η θαυματουργή
εικόνα κρεμασμένη σ' ένα πουρνάρι και με τη συντροφιά ενός αναμμένου καντηλιού.
Η αρχική του θέση ήταν αυτή.
Η παλαιά ονομασία ήταν Μονή της «Κορυφής» ή
«Επανωκαστριτίσσης» όμως το εγκατέλειψαν
οι Πατέρες το έτος 1625 μ.Χ. λόγω του αβάσταχτου ψύχους των χειμερινών μηνών
αλλά και της δυσκολίας των προσκυνητών να φτάσουν σ’ αυτό κι έτσι αναζήτησαν
τόπο νοτιότερα και τον βρήκαν στο σημερινό χώρο του νέου μοναστηριού.
Σε ένα ιδιαίτερο ευχάριστο
τόπο λίγο χαμηλότερα σε υψόμετρο 600 μέτρα σε μια θαυμάσια πλαγιά καλά
προστατευόμενη και ηλιόλουστη χτίστηκε λοιπόν
το νέο μοναστήρι.
Στις 5 Μαρτίου 1625 οι
πατέρες Μοναχοί αγόρασαν από τον «μπαμπά του Μεμεταγά αφέντη» της Ανδρούσας,
για 15.000 γρόσια, μια μεγάλη επίπεδη τοποθεσία στη θέση ενός έρημου χωριού,
κοντά σε μάνα νερού, για να ιδρύσουν εκεί τη Νέα Μονή Βουλκάνου.
Η εικόνα της Θεοτόκου είναι θαυματουργή και φέρει την επιγραφή ” Η
ΟΔΗΓΗΤΡΑ ΕΠΟΝΟΜΑΖΟΜΕΝΗ ΕΝ ΤΩ ΟΡΕΙ ΒΟΥΛΚΑΝΩ”. Λέγεται ότι την έφτιαξε ο
Απόστολος Λουκάς.
Η Εικόνα της
Βουλκανιώτισσας είναι μικρών διαστάσεων (0,36 x 0,29) και παριστάνει ημίσωμη
την Θεοτόκο ως Οδηγήτρια. Έχει αργυροεπένδυτο κάλυμμά φτιαγμένο στο Μετόχιον
της Μονής που βρισκόταν στη Σμύρνη το έτος 1857.
Επίσης στην Μονή υπάρχουν πολλά λείψανα Αγίων, αλλά
και μία πλούσια βιβλιοθήκη, όπου φυλάσσονται παλιά και νέα βιβλία, κατά κύριο
λόγο συγγράμματα, τούρκικα έγγραφα και τέσσερα Σιγίλια Πατριαρχών της
Κωνσταντινούπολης με τα οποία αναγνωρίζονται ή επικυρώνονται τα προνόμια του
μοναστηριού.
Στα χρόνια της
Τουρκοκρατίας η μονή γνώρισε μεγάλη ακμή, ήταν σταυροπηγιακή και διέθετε μεγάλη
περιουσία και μετόχια στη Μεσσηνία αλλά και στη Σμύρνη.
Ήταν καταφύγιο αμαρτωλών
και κλεφτών και στην επανάσταση του 1821 είχε σημαντική συμβολή, με την
προσφορά χρημάτων και τροφίμων. Εκτός των χρημάτων, μοναχοί της μονής πήραν
μέρος ενεργά στον αγώνα.
Όμως δυστυχώς πυρπολήθηκε
από τα στρατεύματα του Ιμπραήμ Πασά το 1825 και οι μοναχοί της κατέφυγαν στη
Μάνη και στη Ζάκυνθο, παίρνοντας μαζί τους και την εικόνα της Παναγίας, αλλά
επανήλθαν το 1828.
Με τις συνεχείς προσπάθειες
των μοναχών και τη συμπαράσταση των πιστών, το μοναστήρι του Βουλκάνου δεν
άργησε να ορθοποδήσει και να αποκτήσει σιγά-σιγά τη γνώριμη μεγαλοπρεπή του
όψη, προκειμένου να συνεχίσει να γράφει την ιστορία του στους αιώνες των
αιώνων.
Η Ιερά Μονή είναι ανδρική και εορτάζει στις 15
Αυγούστου, όπου την παραμονή τελείται εσπερινός και ολονύκτια θεία λειτουργία.
Όμως το μοναστήρι εορτάζει
και στις 20 Σεπτεμβρίου όπου η εικόνα της Παναγίας μεταφέρεται με
λιτάνευση 25 περίπου χιλιομέτρων από το
καθολικό της Μονής Βουλκάνου στο μετόχι της μονής, στο ναό της Ζωοδόχου Πηγής,
στη Μεσσήνη στη θέση Πανηγυρίστρα, όπου παραμένει για προσκύνημα εννέα ημέρες.
Η λιτάνευση αυτή γίνεται για ανάμνηση θαύματος που επιτέλεσε η
Υπεραγία Θεοτόκος αρχές του 18ου αιώνα
που έσωσε τους κατοίκους
της Μεσσήνης αλλά και της γύρω περιοχής από την φοβερή αρρώστια της χολέρας που
είχαν μεταφέρει Αγαρηνοί πειρατές.
Πλήθος νέων, γέροντες και
γερόντισσες που στην πλειοψηφία τους είναι κουρασμένοι άρρωστοι και αδύναμοι
από την σκληρή αγροτική ζωή της υπαίθρου, μανάδες με μικρά παιδιά στα καρότσια
και άνθρωποι κουρασμένοι από το μόχθο της καθημερινότητας, περπατούν με ένα
κεράκι στα χεριά επί έξι ώρες διανύοντας τα 25 χιλιόμετρα της απόστασης από την
Ιερά Μονή του Βουλκάνου ως την Πόλη της Μεσσήνης, ψέλνοντας αδιάκοπα ύμνους
μέσα στην νύχτα, με μοναδικό στήριγμα, εφόδιο και βοηθό την πίστη στη μητέρα
όλου του κόσμου, την Παναγία μας. Κάθε ταπεινή ψυχή ακολουθεί την επίπονη αυτή λιτανεία
χωρίς να το βάλει κάτω αλλά γιατί τρέφει αγάπη και πιστή στην κυρά όλου του κόσμου την Βουλκανιώτισσα
την Παναγία μας.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου
πολίτης.
Μεσσηνίας ἁπάσης προσκυνοῦμεν
τὸ καύχημα, τὴν θαυματουργόν Σου Εἰκόνα,
Βουλκανιώτισσα Δέσποινα,
βλυστάνουσαν ἀφθόνως δωρεάς, χαρίτων οὐρανίων τοῖς
πιστοῖς, καὶ φρουροῦσαν
πανταχόθεν τὴν Σὴν Μονήν, τῷ πόθῳ καυχωμένην Σοι. Δόξα τοῖς
θαυμασίοις Σου Ἁγνή, δόξα τῇ
θείᾳ σκέπῃ Σου, δόξα τῇ πρὸς ἡμᾶς Σου ἀγαθῇ, προνοία
Ἄχραντε.
[9]
Ο Άγιος Δημήτριος (280 - 306) είναι Άγιος της Ορθόδοξης και της Ρωμαιοκαθολικής
Εκκλησίας και πολιούχος της Θεσσαλονίκης. Τιμάται επίσης από το Λουθηρανισμό
και την Αγγλικανική Εκκλησία.
Σύμφωνα με τα αγιολογικά
κείμενα, ο Δημήτριος έζησε και μαρτύρησε στη Θεσσαλονίκη επί Διοκλητιανού. Λόγω
προβλημάτων της αγιολογικής παράδοσης, για τις απαρχές και την προέλευση της
λατρείας του έχουν διατυπωθεί από το 19ο αιώνα διάφορες θεωρίες, επικρατέστερη
των οποίων μεταξύ των μελετητών είναι ότι δεν υπήρξε Δημήτριος που μαρτύρησε
στη Θεσσαλονίκη, αλλά η λατρεία του προέρχεται από το Σίρμιο της Παννονίας.[3]
Σημαντικό κέντρο προσκύνησής του είναι η Θεσσαλονίκη, όπου τιμάται από την
πρωτοχριστιανική περίοδο και έχει ανεγερθεί βασιλική προς τιμήν του. Κατά τους
βυζαντινούς χρόνους τιμόταν ως θαυματουργός προστάτης της πόλης από εχθρούς
πολιορκητές της, ενώ κατά την εορτή του πραγματοποιούνταν θρησκευτική και
εμπορική πανήγυρις, τα Δημήτρια, που αναβίωσαν τη δεκαετία του 1960 ως
πολιτιστική διοργάνωση. Είναι ένας από τους λαοφιλέστερους Αγίους της Ορθόδοξης
Εκκλησίας, που εορτάζει τη μνήμη του στις 26 Οκτωβρίου, με πλήθος αφιερωματικών
ναών στον Ορθόδοξο κόσμο.
[10]
Ο Βαρθολομαίος ή Ναθαναήλ ήταν ένας από τους δώδεκα μαθητές του Χριστού.
Καταγόταν από την Κανά της Γαλιλαίας.
Θεωρείται ότι είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Ναθαναήλ, καθώς στα συνοπτικά
ευαγγέλια αναφέρεται πάντοτε ο Φίλιππος μαζί με τον Βαρθολομαίο, χωρίς να
αναφέρεται καθόλου ο Ναθαναήλ, ενώ στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο αναφέρεται
συνεχώς ο Φίλιππος με το Ναθαναήλ, χωρίς να αναφέρεται πουθενά ο Βαρθολομαίος.
Κατά τη Συριακή παράδοση ονομαζόταν Ιησούς και αναγκάστηκε να αλλάξει το όνομά
του όταν προσχώρησε στον κύκλο των μαθητών του Χριστού.
Τον προσκάλεσε στον κύκλο των
μαθητών του Χριστού ο φίλος του Απόστολος Φίλιππος με τα λόγια «Ὃν ἔγραψε Μωϋσῆς
ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται, εὑρήκαμεν, Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Ἰωσὴφ τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ»
(Ιω. α', 46). Και γι' αυτόν είπε ο Χριστός: «Ἴδε ἀληθῶς Ἰσραηλίτης ἐν ᾧ δόλος οὐκ
ἔστι» (Ιω. α', 47).
Δίδαξε το Χριστιανισμό
στους Ινδούς και μαζί με τον Ιούδα στην Αρμενία. Οι δυο τους θεωρούνται
θεμελιωτές της Αρμενικής Εκκλησίας. Μαρτύρησε στην Ουρβανούπολη με σταυρικό
θάνατο, με το κεφάλι προς τα κάτω, κατά διαταγή του βασιλιά Αστυάγη. Το σκήνωμα
του κλείστηκε σε λάρνακα, ρίχτηκε στη θάλασσα και βρέθηκε στις νήσους Λιπάρες
(Λίπαρι) κοντά στη Σικελία, όπου κτίστηκε μεγαλοπρεπής ναός. Αργότερα τμήματα
του σκηνώματος μεταφέρθηκαν σε διάφορα μέρη (Φρανκφούρτη, Καθεδρικός του
Κατέρμπουρι, κλπ).
Η μνήμη του τιμάται από την
Ορθόδοξη Εκκλησία στις 11 Ιουνίου και η ανακομιδή των λειψάνων του στις 25
Αυγούστου, ενώ στην Καθολική Εκκλησία η μνήμη του τιμάται στις 24 Αυγούστου.
[11]
Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος (κατά κόσμον Δημήτριος Αρχοντώνης, Άγιοι Θεόδωροι
Ίμβρου, 29 Φεβρουαρίου 1940) είναι ο 270ός Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως,
Νέας Ρώμης και Οικουμενικός Πατριάρχης από τις 22 Οκτωβρίου 1991.[1]
Ως Οικουμενικός Πατριάρχης
έχει εργαστεί για την επίλυση προβλημάτων λειτουργίας του Πατριαρχείου και την
επαναλειτουργία παραδοσιακών τόπων χριστιανικής λατρείας στην Τουρκία, την
διεξαγωγή της Πανορθόδοξης Συνόδου της Κρήτης το 2016, την προώθηση της
ενότητας των Ορθόδοξων εκκλησιών και την επίλυση του σχίσματος μεταξύ Μόσχας -
Κωνσταντινουπόλεως που προκλήθηκε το 2019, τη συνέχιση του θεολογικού διαλόγου
με τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και για την προστασία του περιβάλλοντος, δράση
για την οποία έχει χαρακτηριστεί «πράσινος Πατριάρχης»
[12]
Ο Πατριάρχης Δημήτριος (κατά κόσμον Παπαδόπουλος, Θεραπειά Κωνσταντινούπολης, 8
Σεπτεμβρίου 1914 – Κωνσταντινούπολη, 2 Οκτωβρίου 1991) ήταν ο 269ος
Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης και Οικουμενικός Πατριάρχης
Κωνσταντινουπόλεως από τις 16 Ιουλίου 1972 έως και τον θάνατό του στις 2
Οκτωβρίου 1991.
Προηγουμένως διετέλεσε
Μητροπολίτης Ίμβρου και Τενέδου από τον Φεβρουάριο έως τον Ιούλιο του 1972.
[13]
Η Ιερά Μητρόπολις Φιλαδελφείας είναι μια επισκοπή του Οικουμενικού
Πατριαρχείου, η οποία ιστορικά ήταν ενεργή από το 325 έως το 1922 με έδρα την
Φιλαδέλφεια. Από το 1990, τον τίτλο του Μητροπολίτη Φιλαδελφείας, Υπερτίμου και
Εξάρχου Λυδίας και Προέδρου Βενετίας φέρει ο Μητροπολίτης Μελίτων (Καράς)
[14]
Το Πλατύ Μεσσηνίας είναι οικισμός κοντά στην Καλαμάτα, στην Περιφερειακή
Ενότητα Μεσσηνίας, που υπάγεται στη Δημοτική Ενότητα Αρφαρών του Δήμου
Καλαμάτας, είναι γνωστό για τη πλούσια ιστορική παράδοσή του και ονομάστηκε
έτσι από το πλάτωμα του ποταμού Πάμισου που κυλάει δίπλα του, με παλαιότερη
ονομασία "Μπάστα".
Τοποθεσία: Περίπου 17
χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Καλαμάτας.
Διοικητική Υπαγωγή:
Κοινότητα Πλατέος, Δημοτική Ενότητα Αρφαρών, Δήμος Καλαμάτας, Περιφέρεια
Πελοποννήσου.
Ιστορία & Ονομασία:
Πήρε το όνομά του από το πλάτωμα του ποταμού Πάμισου. Παλαιότερα ονομαζόταν
Μπάστα (Basta).
Χαρακτηριστικά: Έχει
ιστορική, λαογραφική και θρησκευτική παράδοση.




